Skip to main content

Πάρκινσον

Η νόσος του Πάρκινσον (Parkinson’s disease) είναι μια βραδεία προοδευτική, εκφυλιστική νόσος του νευρικού συστήματος και ειδικότερα των βασικών γαγγλίων, που προκαλεί ένα ακινητικό-δυσκαμπτικό σύνδρομο της μέσης και προχωρημένης ηλικίας. Αρχίζει συχνά με τρόμο ηρεμίας, συνοδευόμενο από πολλές άλλες κινητικές διαταραχές όπως καμπτική στάση του κορμού, συρόμενη βάδιση και ελαττωματική ισορροπία.

Παρόλο που η νόσος του Πάρκινσον δεν έχει θεραπεία, διάφορες φαρμακευτικές αγωγές μπορούν να βελτιώσουν σημαντικά τα συμπτώματα. Σε ορισμένες περιπτώσεις μπορούν συγκεκριμένες στερεοτακτικές επεμβάσεις να κριθούν απαραίτητες.

Στη νόσο του Πάρκινσον παρατηρείται εκφύλιση ή καταστροφή συγκεκριμένων νευρικών κυττάρων. Πολλά από τα συμπτώματα οφείλονται στην απώλεια κυττάρων, τα οποία παράγουν ένα χημικό διαβιβαστή του εγκεφάλου, τη ντοπαμίνη. Όταν τα επίπεδα της ντοπαμίνης μειώνονται, προκαλείται ανώμαλη εγκεφαλική δραστηριότητα, η οποία οδηγεί στα συμπτώματα.

Η ακριβής αιτία της νόσου του Πάρκινσον δεν είναι γνωστή. Διάφοροι όμως παράγοντες φαίνεται να παίζουν κάποιο ρόλο:

  • Γενετικοί παράγοντες
  • Περιβαλλοντικοί παράγοντες

Τα συμπτώματα της νόσου του Πάρκινσον μπορεί να είναι διαφορετικά από ασθενή σε ασθενή. Αρχίζουν συχνά στη μια πλευρά του σώματος και συνήθως παραμένουν χειρότερα σε αυτήν την πλευρά, ακόμα και όταν έχουν επεκταθεί και στις δύο πλευρές.

Στα συμπτώματα και σημεία της νόσου του Πάρκινσον περιλαμβάνονται:

  • Τρόμος
  • Βραδύτητα κινήσεων (βραδυκινησία)
  • Δυσκαμψία
  • Διαταραχή στάσης και ισορροπίας
  • Απώλεια αυτόματων κινήσεων
  • Διαταραχές ομιλίας
  • Διαταραχές γραφής
  • Ηλικία. Νεαροί ενήλικες σπάνια παρουσιάζουν τη νόσο. Συνήθως ξεκινά στη μέση ή σε προχωρημένη ηλικία και ο κίνδυνος αυξάνει με την ηλικία. Στους περισσότερους ασθενείς η ασθένεια ξεκινά γύρω στα 60.
  • Κληρονομικότητα. Η ύπαρξη κοντινού συγγενή με νόσο του Πάρκινσον αυξάνει λίγο τις πιθανότητες εμφάνισης της νόσου, με μεγαλύτερη αλυξηση όταν υπάρχουν περισσότεροι συγγενείς  με τη νόσο.
  • Φύλο. Οι άντρες παρουσιάζουν μεγαλύτερη πιθανότητα εμφάνισης της νόσου του Πάρκινσον από τις γυναίκες.
  • Έκθεση σε τοξικές ουσίες. Συνεχής έκθεση σε γεωργικά φάρμακα μπορεί να αυξήσει λίγο τον κίνδυνο εμφάνισης της νόσου του Πάρκινσον.

Δεν υπάρχουν ειδικές εξετάσεις για τη διάγνωση της νόσου του Πάρκινσον. Αυτή βασίζεται στην λήψη αναλυτικού ιστορικού και στην άρτια φυσική, κλινική και νευρολογική εξέταση από εξειδικευμένο γιατρό. Μπορεί να προταθεί η διενέργεια υπολογιστικής τομογραφίας SPECT, το λεγόμενο DAT scan (dopamine transporter scan). Αυτό μπορεί να ενισχύσει την υποψία της διάγνωσης. Τα συμπτώματα και σημεία είναι όμως αυτά που θα καθορίσουν τη σωστή διάγνωση. Οι περισσότεροι ασθενείς δε χρειάζονται DAT scan.

Άλλες εξετάσεις όπως εργαστηριακές, εξετάσεις αίματος, μαγνητικές τομογραφίες, υπερηχογραφήματα κλπ μπορεί να χρειαστούν για να αποκλειστούν άλλες αιτίες των συμπτωμάτων.

Η νόσος του Πάρκινσον δεν έχει οριστική θεραπεία. Διάφορες φαρμακευτικές αγωγές όμως μπορούν να βοηθήσουν στον έλεγχο των συμπτωμάτων, συχνά με θεαματικά αποτελέσματα. Σε ορισμένες βαριές φαρμακοανθεκτικές περιπτώσεις μπορεί να προταθεί χειρουργική επέμβαση.

Αρχικά παρατηρείται συνήθως θεαματική βελτίωση με τη φαρμακευτική αγωγή, η οποία όμως μπορεί να μειωθεί με την πάροδο του χρόνου.

Γνωστές φαρμακευτικές αγωγές:

Carvidopa-levodopa (Sinemet)

Benserazide hydrochloride-levodopa (Madopar)

Αγωνιστές ντοπαμίνης

ΜΑΟ Β αποκλειστές

COMT αποκλειστές

Αντιχολινεργικά

Αμανταδίνη

Χειρουργικές επεμβάσεις

Περίπου 10% των ασθενών έχει βαριά φαρμακοανθεκτικά συμπτώματα και για να βελτιωθεί χρειάζεται χειρουργική επέμβαση. Οι επεμβάσεις πραγματοποιούνται σε συγκεκριμένες περιοχές του εγκεφάλου και κυρίως στον κοιλιακό ενδιάμεσο πυρήνα του θαλάμου για τον τρόμο και στην έσω ωχρά σφαίρα για τη βραδυκινησία.

Διενεργούνται είτε επεμβάσεις διατομής στις περιοχές αυτές (θαλαμοτομή, ωχροτομή) με στερεοτακτική διαθερμοπηξία, είτε με εμφύτευση ηλεκτρικού διεγέρτη στις ίδιες αυτές ανατομικές περιοχές (DBS, Deep Brain Stimulation)

Ο μηχανισμός δράσης των διεγερτών δεν είναι ακριβώς γνωστός. Το πιθανότερο είναι ότι προκαλείται αναστολή της νευρωνικής λειτουργίας μέσω της διέγερσης με ψηλές συχνότητες. Έχουν το ίδιο αποτέλεσμα με τη διατομή, αλλά έχουν το πλεονέκτημα ότι η επίδραση είναι αναστρέψιμη. Τα ηλεκτρόδια μετά την εμφύτευσή τους στη σωστή θέση οδηγούνται υποδορίως από την περιοχή της κρανιοανάτρησης και συνδέονται με μια μικρή γεννήτρια-πομπό σε μια περιοχή κάτω από την κλείδα.

Ο γιατρός θα χρειαστεί να ρυθμίσει κατάλληλα τις παραμέτρους του διεγέρτη για το επιθυμητό αποτέλεσμα. Η επέμβαση μπορεί να παρουσιάσει επιπλοκές στις οποίες συμπεριλαμβάνονται μόλυνση, εγκεφαλικό επεισόδιο ή αιμορραγία. Κάποιοι ασθενείς μπορεί να παρουσιάσουν επιπλοκές σχετικές με τη διέγερση ή το σύστημα. Ο γιατρός μπορεί τότε να χρειαστεί να αλλάξει τις ρυθμίσεις ή να αντικαταστήσει μέρος του συστήματος.

Η χειρουργική θεραπεία μπορεί να παρουσιάζει διαρκές αποτέλεσμα στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων, δεν σταματά όμως την προοδευτική πορεία της νόσου.

Κλείστε ένα ραντεβού με τον γιατρό